- ἐξεργασίας
- ἐξεργασίᾱς , ἐξεργασίαworking outfem acc plἐξεργασίᾱς , ἐξεργασίαworking outfem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Hermagoras of Temnos — Hermagoras (Greek polytonic|Ερμαγόρας, fl. 1st century BC), of Temnos, was a Ancient Greek rhetorician of the Rhodian school and teacher of rhetoric in Rome.He appears to have tried to excel as an orator (or rather declaimer) as well as a teacher … Wikipedia
Hermagoras de Temnos — Ερμαγόρας est un rhéteur grec qui a vécu au Ier siècle av. J. C.. Exerçant au sein de l école dite de Rhodes, il enseigna la rhétorique à Rome. Son école compta nombre de grands orateurs tel le juriste Tiberius Accius. Son opposant principal… … Wikipédia en Français
βιοψία — Η λήψη μικρών κομματιών ιστών από ζωντανούς οργανισμούς για διαγνωστική ιστολογική εξέταση. Η λήψηαυτή γίνεται κατόπιν χειρουργικής τομής του υπό εξέτασηιστού ή με παρακέντηση και αναρρόφηση. Η εκλογή της μεθόδου εξαρτάται από τη φύση και τη θέση … Dictionary of Greek
γαστρίτιδα — Φλεγμονή, οξεία ή χρόνια, του βλεννογόνου του στομάχου. Η απλή οξεία γ. είναι αρκετά συχνή και εμφανίζεται μετά τη βρώση ουσιών ποσοτικά και ποιοτικά ερεθιστικών, όπως φάρμακα, οινοπνευματώδη ποτά, καφές, τροφές με άφθονα καρυκεύματα, παγωμένες ή … Dictionary of Greek
εξεργασία — η (AM ἐξεργασία) [εξεργάζομαι] επεξεργασία, συμπλήρωση («τυχὼν δὲ τῆς ἐξεργασίας δι ἡμῶν», Πολ.) νεοελλ. το σύνολο τών εξελικτικών φαινομένων κάποιας νοσηρής λειτουργικής ή ανατομικής κατάστασης αρχ. 1. (για λόγο) φροντισμένη διαπραγμάτευση ενός… … Dictionary of Greek
θρομβοεμβολικός — ή, ό ιατρ. χαρακτηρισμός παθολογικής εξεργασίας στη διάρκεια τής οποίας σχηματίζονται ενδοαγγειακοί θρόμβοι που εύκολα μεταναστεύουν με την κυκλοφορία προκαλώντας εμβολές. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. thromboembolic < thrombo (πρβλ.… … Dictionary of Greek
τραύμα — (Ιατρ.) Πρόσφατη κάκωση του δέρματος και των υποκείμενων ιστών εξαιτίας μηχανικής βίας σε οποιοδήποτε σημείο του σώματος. Eπιφανειακά είναι τα τ. που αφορούν μόνο το δέρμα και τον υποδόριο ιστό, βαθιά ή σύνθετα αυτά που φτάνουν μέχρι τους… … Dictionary of Greek
τροφισμός — ο, Ν φυσιολ. η δυναμική πλευρά τής εξεργασίας τής θρέψης τών ιστών και τών οργάνων … Dictionary of Greek